Χαλδαικοῦ

Χαλδαικοῦ
Χαλδαικός
Chaldaean
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αστρολογία — Παρατήρηση των άστρων για την πρόβλεψη του μέλλοντος, σύμφωνα με την πίστη ότι αυτά το καθορίζουν. Η α. γεννήθηκε στη Μεσοποταμία τη 2η χιλιετία π.Χ. ως θρησκευτική τέχνη, ένας τρόπος να έρθει κανείς σε επαφή με τους θεούς που ταυτίζονται με τα… …   Dictionary of Greek

  • Αγάδη ή Αγάνη — Όνομα με το οποίο αναφέρεται σε σφηνοειδείς βαβυλωνιακές επιγραφές το ένα από τα δύο τμήματα στα οποία χωριζόταν από διώρυγα η αρχαία χαλδαϊκή πόλη Σαππάο Ακάδι. Ένας από τους πρώτους της βασιλιάδες ήταν o Ζαγούμ, ο οποίος βασίλεψε το 3000 π.Χ.,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”